Σελίδες

Κυριακή 1 Μαρτίου 2020

ΑΞΕΜΟΥΡΙΣΤΑ




Όφου και ήντα πάθαμε, άχι τι θα γενούμε,
ούτε και τις αποκριές δε θα φχαριστηθούμε.
Βγήκε υπουργική εντολή να ξεμασκαρευτούμε
να κάτσουμε στα σπίτια μας και όξω να μη βγούμε.
Και όποιοι καρναβαλιστές τον νόμο δεν τηρήσουν,
τα ΜΑΤ θα τους κυκλώσουνε και θα τους συνετίσουν.
Τούτα αποφασίστηκαν προχθές για το καλό μας,
γιατί εμείς δεν έχουμε κουκούτσι στο μυαλό μας
Αν κάνουμε ό,τι μας πουν και ας φαίνεται στραβό,
θα κορακοζωήσουμε μέχρι τα εκατό.

Αυτός ο κορωνοϊός μας έχει αναστατώσει,
μα η Κικίλιας ο τρανός θα τον κατατροπώσει.
Έβγαλε σχέδιο εκλεκτό με τον Χρυσοχοΐδη,

θα αφανίσει  απ’ τους ιούς τα βλαβερά τα είδη.
Καράβια αρματώσανε με αύρες κι αστυνόμους,
να κάνουνε απόβαση στης Κίνας τσι υπονόμους,
να ξετρυπώσουν ποντικούς, να σφάξουν νυχτερίδες,
τα φίδια να ρημάξουνε, να πνίξουν ενυδρίδες.
Όλους τους κορωνοϊούς θα κόψουν με δρεπάνι,
τούτο μας υπογράφουνε με σινική μελάνη.
                                                  
Εν δυο, το βήμα τους ταχύ και στα πανιά αέρας.
Ω! τι σπουδαία αποστολή θα φέρουνε εις πέρας!
Στ’ αμπάρια εφορτώσανε ένα όπλο μυστικό,
που ξεπαστρεύει, απωθεί, ξορκίζει το κακό.
Δίπλα στα κράνη και τα γκλοπς ντανιάσαν δακρυγόνα
και λένε πως μόνο μ’ αυτά κερδίζεις κάθ’ αγώνα.
Απ’ τη χαρά τους την πολλή, δεν σφάξαν σε βωμό
ούτε κατσίκα ούτε αρνί ούτε άλλο ζωντανό.
Γι’ αυτό κι ούριος άνεμος κατέβηκε απ’ το πλοίο
κι αράξανε μεσοστρατίς στη Λέσβο και τη Χίο.

Ως κατεβήκαν στη στεριά βαρούσαν στο ψαχνό,
νομίζανε πως μάχονται της Κίνας τον ιό.
Κλωτσιές, μπουνιές, κατραπακιές κι αέριο πολύ,
ξαφνιάστηκαν οι άνθρωποι, τους κόπηκ’ η χολή.
Εφάγανε το ξύλο τους και ψεκαστήκαν’ όλοι,
τους ντόπιους και τους πρόσφυγες ξοφλά το ίδιο βόλι.
Ξετρούμισαν οι Μυτιληνιοί, ξεσμήλιωσαν οι Χιώτες,
κι οι μπάτσοι καταλάβανε τι είναι οι νησιώτες.
Από το ξύλο που ’πεσε, ας διδαχτεί ο καθένας,
ότι το κράτος το νικάς, αν γίνουμε όλοι ένας.

Στο ίδιο μήκος κύματος τα χθεσινά τα νέα,
που μπήκανε στην ΑΣΟΕΕ να δείρουν νεολαία.
Ποιος σου ’πε έρμε φοιτητή πως η σχολή σ’ ανήκει,
έχουν αλλάξει οι καιροί και θα πληρώσεις νοίκι.
Μας λένε, τι γυρεύουνε κει μέσα να γλεντούνε,
έπρεπε να διαβάζουνε, να κάνουνε ό,τι πούμε.
Δυο δυο μπορούν να περπατούν, τρεις τρεις να κουβεντιάζουν
μα πέντε, δέκα κι εκατό τη νόσο επωάζουν.
Να δείτε πως στο όνομα του κορωνοϊού
ούτε τσιμπιά δε θα μπορεί να δώσει ο γης τ’ αλλού.

Λέτε ν’ απαγορεύσουνε όλες τις συναθροίσεις;
Και μόνο που το σκέφτεσαι μπορεί να μπαϊλντίσεις.
Πάλι αν μας αφήσουνε ελεύθερους κι ωραίους,
μπορεί να καταντήσουμε ολίγον με μοιραίους.
Μεγάλος προβληματισμός, στους στίχους τι να γράψω,
γύρισε έτσι ο καιρός, που μού ’ρχεται να κλάψω.
Αν είν’ κανένας ποιητής, στη μέση να προβάλλει,
να αποφανθούμε και οι δυο ο στίχος τι θα ψάλλει.
Έχουμε μέγα πρόβλημα που μας χτυπά καμπάνα,
μπορεί να απαγορευτεί να φάμε και λαγάνα.

Μα έτσι που το σκέφτομαι, αντί να μπαϊλντίσω,
λέω να κάτσω καταγής να το φιλοσοφήσω.
Ένα και ένα κάνουν δυο και δυο οι οκτώ δεκάξι,
το πιο σωστό δε φαίνεται στον λόγο μα στην πράξη.
Δε θα πετάξουμε αετό γιατί έξω δε θα βγούμε,
μπορούμε να θαυμάσουμε γαϊδάρους να πετούνε.
Όποιος γκαρίζει θα πετά ψηλότερα στα νέφη,
δείτε ο Μπογδάνος ίπταται, κρατά κι ένα ντέφι.
Κοιτάξτε τον Βελόπουλο πώς πεταρίζει πάνω,
να δω και τη Ραχήλ Μακρή κι ύστερα ας πεθάνω.

Πολλά ’ναι τα δυσάρεστα μα ένα με γαληνεύει,
πως ο Καρνάβαλος θα ζει κι εδώ θα βασιλεύει.
Την Κυριακή δε θα καεί, θα τηνε σκαπουλάρει,
θα τρώει, θα πίνει, θα μεθά, θα ζει μες στην κραιπάλη.
Καρνάβαλος θα πει ψευτιά, στον καφενέ χουζούρι,
χωρίς να έχει αναστολές στα λέει όλα στη μούρη.
Μας λέει αξεμούριστα να λέμε όπου σταθούμε,
γιατί οι τρόποι οι καλοί πάντα δε βοηθούνε.
Λέω της γλώσσας της κακιάς να κάνω το χατίρι
και σ’ ό,τι με παραβαρεί να λέω άι σικτίρι!

Β.Δ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου