Αντίσταση - οργάνωση – αγώνας

Μόνιμη και σταθερή δουλειά, μισθοί, ασφάλιση-περίθαλψη, σπουδές, ελευθερίες ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ!

Με σωματεία όργανα αντίστασης και διεκδίκησης ενάντια στην υποταγή, τη συνδιαχείριση και το συμβιβασμό

Κυριακή 29 Αυγούστου 2010

Μια τοποθέτηση για το "νέο σχολείο"

Καταρχήν…
Το λεγόμενο «νέο σχολείο» είναι ένα από τα βασικά ιδεολογικά «μότο» της ηγεσίας του Υπουργείο Παιδείας, δηλαδή της κυβέρνησης που προέκυψε από τις εκλογές του προηγούμενου Οκτώβρη. Και για…όσους δεν το κατάλαβαν, της κυβέρνησης του ΔΝΤ!
Πλέον ακόμα και ο λιγότερο ενημερωμένος για το «Νέο Σχολείο» μπορεί να πληροφορηθεί γι αυτό στην σταθερή ομώνυμη ιστοσελίδα.
Βέβαια η τόσο εύκολη… πρόσβαση στην πληροφορία δεν θα βοηθήσει και πολύ όποιον θελήσει να κατανοήσει τι τέλος πάντων είναι αυτό το «νέο σχολείο», ούτε πρόκειται να αποκομίσει κάτι χειροπιαστό στο βασίλειο της γενικότητας με το οποίο θα έρθει αντιμέτωπος!
Συσχετίζοντας,
1. τα άλλα κομμάτια της κυβερνητικής πολιτικής στην εκπαίδευση («αυτοαξιολόγηση», «δια βίου μάθηση» κλπ),
2. διαβάζοντας όσα γράφονται στον τύπο για το «νέο σχολείο» -καθόλου μη υποβαλλόμενα φυσικά και
3. ανατρέχοντας. σε παλιότερους διατυπωμένους «στόχους για την εκπαίδευση»,
μπορούμε να βγάλουμε άκρη. Κάτι τέτοιο εξάλλου θα επιχειρηθεί εδώ.
Στο σημείο αυτό χρειάζεται να γίνει μια αρχική διευκρίνηση και μια ξεκάθαρη τοποθέτηση πάνω στην ματιά που, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να δούμε το ζήτημα για να μην πελαγοδρομήσουμε στην –τυχαία, δεν νομίζω- γενικότητα του «συνθήματος».
Βέβαια σε μια τέτοια περίοδο όπου και ο πιο καλοπροαίρετος έχει αρχίσει να «ψυλλιάζεται» για το που πάνε τα πράγματα, όταν το «σύστημα» ρίχνει τέτοια μεγαλεπήβολα «συνθήματα», ειδικά σε ένα χώρο όπως είναι η εκπαίδευση, ίσως μια ακόμα ανάλυση πάνω στους κυβερνητικούς (συστημικούς και διαχρονικούς στην ουσία τους ) στόχους για το σχολείο θα θεωρούνταν από κάποιους περιττή. Θα μπορούσαμε να συμμεριστούμε τον προβληματισμό αν το κενό της αριστερής απάντησης δεν ήταν τόσο μεγάλο. Αν όπου υπάρχει τάχα «αριστερή απάντηση» στην πραγματικότητα δεν έχει υποκύψει στο κυρίαρχο δίλημμα ανάμεσα δήθεν στο «παλιό» η «νέο» σχολείο με διάφορους τρόπους, θέσεις και αναλύσεις. Βέβαια αποτελεί μεγάλη προωθητική δύναμη το γεγονός της πλατιάς συνειδητοποίησης και αποκάλυψης των στόχων της επίθεσης που γίνεται πάνω στο έδαφος της υπαρκτής κρίσης του συστήματος. Είναι σαφώς πιο εύκολα τα πράγματα σε σχέση με άλλες εποχές όπου το «σύστημα» μπορούσε να υπόσχεται πράγματα, να ντύνει αντιδραστικούς στόχους με διάφορα «προοδευτικά» περιτυλίγματα που στην εκπαίδευση, πως να το κάνουμε, έχουν μια αίγλη.
Το ζήτημα μας είναι όμως πως ακόμα και όταν ο κόσμος της εκπαίδευσης (και όχι μόνο) δείχνει να αντιλαμβάνεται που πάνε τα πράγματα, ακόμα και όταν το «νέο σχολείο» χωρίς…εκπαιδευτικούς μπορεί πιο εύκολα να γίνει περίγελος, οι αντιλήψεις αυτές της «εκπαιδευτικής αριστεράς» αποτελούν τροχοπέδη όταν αυτός ο κόσμος αποφασίζει να κινηθεί παραπέρα και προπαντός αποτελεσματικά. Άρα χρειάζεται να αναιρεθεί η «άχλη» που εμποδίζει την κίνηση. Και η πατρότητα όλης αυτής της σύγχυσης (γιατί ακριβώς τούτος είναι ο στρατηγικός στόχος, σύγχυση να προκαλέσει!) δεν μπορεί παρά να αναζητηθεί παρά στις κυρίαρχες αντιλήψεις που –καιρό τώρα- πλασάρει και διακινεί το «σύστημα».
Και στον πολύ εύκολο «δανεισμό» στοιχείων που σε ένα άλλο πλαίσιο ή –πράγμα που είναι το ίδιο- αποκομμένων από το σημερινό αντιδραστικό πλαίσιο τους, θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει και προοδευτικά.
Να θέσουμε και ένα ζήτημα «ποσότητας».
Το «ντεμπούτο» του, το λεγόμενο «νέο σχολείο» το έκανε με δημοσιεύματα που ακολούθησαν αποφάσεις για γενναία (;) μείωση της ύλης σε όλες τις τάξεις του δημοτικού και του γυμνασίου της τάξης του 15% με 20% στα βασικά και άλλα μαθήματα.
Πέρα από τις αμφισβητήσεις για την γενναία ή όχι μείωση της ύλης που σύμφωνα με αρκετούς καθηγητές αφορούν ύλη που έτσι ή αλλιώς είτε δεν διδάσκονταν είτε «περνιόνταν» στα γρήγορα, η όλη πρωτοβουλία πυροδότησε ένα κύκλο αντιπαράθεσης.
Ο χώρος της «εκπαιδευτικής αριστεράς» που βρίσκεται στα πολιτικά όρια του ΚΚΕ (και που πάντα τον διέκρινε μια εκλεκτική συγγένεια με τις εξετάσεις, το διάβασμα και την διδακτέα ύλη από τις εποχές του «πρώτοι στα μαθήματα») αντέδρασε κάνοντας λόγο για μείωση της ύλης στα βασικά μαθήματα που θα θίξει (και θα ρίξει) το θεμελιακό μορφωτικό επίπεδο των μαθητών. Θα οδηγηθούμε έτσι σε ένα σχολείο που δεν θα μορφώνει αλλά θα καταρτίζει τα παιδιά των κατώτερων τάξεων γιατί αυτές είναι «οι ανάγκες των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων».
Μπορεί να είναι και έτσι καθώς η ταξική αποθάρρυνση και το μορφωτικό επίπεδο που απαιτεί η εκπαίδευση του καπιταλιστικού κράτους για τα παιδιά του λαού μπορεί να πάρει διάφορες μορφές (ας θυμηθούμε την εποχή της «ήσσονος προσπάθειας» που την ακολούθησαν τα «νέα βιβλία» και η «ευέλικτη ζώνη» κλπ). Ο μαθητής των κατώτερων τάξεων μπορεί να αποθαρρυνθεί εμπεδώνοντας με διάφορους τρόπους (είτε άμεσους είτε έμμεσους, είτε σκληρούς είτε «μαλακούς») ότι «δεν είναι για τα γράμματα». Το ζήτημα όμως του «νέου σχολείου» είναι θέμα γνώσης και μόρφωσης; Ή τουλάχιστο είναι κατά βάση θέμα γνώσης; Ακόμα και αν υφίσταται αυτή η πλευρά είναι όμως η κυρίαρχη; Αλλά και από την μορφωτική άποψη της «ποιότητας» να προσεγγίσει κανείς το ζήτημα δεν θα οδηγηθεί σε μικρότερο πολιτικό βραχυκύκλωμα:

Στην ίδια κατεύθυνση βρίσκεται η αντιπαράθεση από τον χώρο των Παρεμβάσεων που εξαντλείται… επιθετικά σε σχέση με το ζήτημα των αναλυτικών προγραμμάτων (αυτή είναι η υποτιθέμενη καταλυτικά διαφορετική παρέμβαση που φέρνει το «νέο σχολείο» σύμφωνα με τους υποστηρικτές του στο Υπουργείο) στο ποιος δηλαδή θα έχει την αρμοδιότητα για την εκπόνησή τους. Η ιεραρχική δομή της εκπαίδευσης ή οι εκπαιδευτικοί και οι σύλλογοι διδασκόντων; Πράγματι, πρόκειται για ένα κρίσιμο ερώτημα!

Αποφεύγοντας συνειδητά τα δολώματα που ρίχνουν οι ιδεολογικοί υποστηριχτές του «εγχειρήματος» περί «ποσότητας» ή «ποιότητας», περί μόρφωσης ή «αναλυτικών προγραμμάτων» θα θέσουμε ένα ζήτημα «ποσότητας» που αναδεικνύει, κατά τη γνώμη μου, τις πραγματικές ποιότητες (ή καλύτερα αντι-ποιότητες) και τις στοχεύσεις.

Ας μιλήσουμε και εμείς λοιπόν με «μετρήσιμους δείκτες»:
Ο μέσος όρος ωρών απασχόλησης μέσα στο σχολείο των χωρών της ΕΕ είναι 769 ετησίως. Οι 828 ώρες απασχόλησης στο σχολείο των μαθητών της χώρας μας είναι ήδη πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ. Για να έχουμε ένα μέτρο η Αυστραλία η Ολλανδία (χώρες με το μεγαλύτερο αριθμών ωρών εντός σχολείου παγκόσμια) απασχολούν 954 και 940 ώρες αντίστοιχα τους μαθητές τους σε ετήσια βάση. Υπολογίζεται ότι τα πιλοτικά ολοήμερα δημοτικά «διευρυμένου ωραρίου» θα ανεβάσουν σε 1274 ώρες ετησίως την παραμονή των ελλήνων μαθητών στο σχολείο!(τα στοιχεία είναι από την «Ελευθεροτυπία»).
Πρόκειται για μια άλλη ελληνική παγκόσμια πρωτιά!

Σε ένα «νέο σχολείο» που θα… ελαφρύνει τους μαθητές από το παραπανίσιο διάβασμα και που το πρότυπο του μάλιστα είναι το φιλανδικό σχολείο (608 ώρες απασχόλησης ετησίως, ο μικρότερος αριθμός ωρών διεθνώς!) το ελληνικό κάτεργο-σχολείο θα απασχολεί 1274 ώρες υποχρεωτικά τους μαθητές του που από τα μέσα ήδη της χρονιάς ,να μην πούμε πιο μπροστά, τα βλέφαρά τους θα βαραίνουν μέσα στις τάξεις (που να σφίξουν και οι ζέστες)!

Δηλαδή η προτεινόμενη αντι-μεταρρύθμιση της κυβέρνησης, έχει την μία και συγκεκριμένη μορφή (και όχι κάποια άλλη ιδεατή), στερείται ακόμη των όποιων θελκτικών, λειτουργικών ή αντισταθμιστικών στοιχείων και υποδομών έχουν τα αντίστοιχα (οπωσδήποτε ταξικά, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία) σχέδια για το σχολείο άλλων καπιταλιστικών-ιμπεριαλιστικών κυβερνήσεων. Στερείται ακόμη και των όποιων στοιχείων μεσοπρόθεσμου σχεδιασμού ή ένταξης της εκπαίδευσης σε μια –έστω καπιταλιστική- λογική εκπαίδευσης ανθρώπινου δυναμικού και είναι σίγουρο ότι θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη σχολική εγκατάλειψη και –σε συνδυασμό και με τις περικοπές- σε ένα μεγαλύτερο γενικευμένο «μπάχαλο» που θα απαιτεί ακόμα πιο σκληρά μέτρα ελέγχου και περικοπών σε ένα φαύλο κύκλο που τις συνέπειές του θα υφίστανται μαθητές, εκπαιδευτικοί, εργαζόμενοι γονείς… Αυτή είναι η συγκεκριμένη ελληνική πραγματικότητα στη εκπαίδευση με την οποία βρισκόμαστε και θα βρισκόμαστε όλο σε μεγαλύτερη επαφή στο επόμενο διάστημα.
Αυτό είναι θέμα γνώσης ή μόρφωσης; Είναι μόνο θέμα «καθυστέρησης θεσμών» όπως υποστηρίζει η πιο συντηρητική άποψη;
Ή μήπως είναι αποτέλεσμα (ακόμα και αυτή η καθυστέρηση) της εξαρτημένης θέσης της χώρας μας, της εξαρτημένης οικονομίας της και της ίδιας της φύσης της αστικής τάξης και των πολιτικών τους εκπροσώπων; Αυτοί οι τελευταίοι και οι υποτιθέμενοι οργανικοί διανοούμενοι που τους στηρίζουν και «συμβουλεύουν» στα διάφορα παιδαγωγικά ινστιτούτα και συνέδρια είναι υποχρεωμένοι να δανείζονται ως πίθηκοι «πρότυπα» και «σχέδια αναμόρφωσης» που πέρα από την φανερή ταξική τους κατεύθυνση στις συγκεκριμένες συνθήκες μιας εξαρτημένης χώρας που υπόκειται μάλιστα και στην «κατοχή» του ΔΝΤ, θα έχουν καταστροφικές και ισοπεδωτικές συνέπειες για τη δημόσια εκπαίδευση και τις συνθήκες δουλειάς - σπουδών στο… «νέο» σχολείο.
Δεν έχει καμία αξία από μόνη της η συζήτηση για το αν το «νέο σχολείο» θα μειώσει η θα αυξήσει την παρεχόμενη γνώση, αν θα μπορούσε με «άλλα» αναλυτικά προγράμματα να αντιμετωπιστεί η κρίση του σημερινού (αλήθεια πόσο παλιού και πόσο νέου;) σχολείου.
1257 για τον μικρό μαθητή, 30 μαθητές (και βάλε) ανά τμήμα, 70% λιγότεροι εκπαιδευτικοί από τις προσλήψεις και 50% από διορισμούς, 70% μειωμένα τα κονδύλια μετακίνησης στις δυσπρόσιτες περιοχές.
Ε, αυτό το «νέο» σχολείο είναι πολύ μα πολύ παλιό!

Είναι αντίστοιχη, η συζήτηση αυτή, της (πιο «συντηρητικής) συζήτησης που προκαλούν αρκετοί συνάδελφοι στα σχολεία για το αν υπάρχει δυνατότητα στην χώρα μας να εφαρμοστεί ένα «κανονικό» ολοήμερο όπως αυτό που αρκετοί γνώρισαν στην Γερμανία ή στη Σουηδία, Ή για την «ιδεατή αξιολόγηση» που θα βαθμολογούσε και τους κυβερνώντες και όχι μόνο τους εκπαιδευτικούς κλπ.

Αντιμετωπίζουμε συνεπώς το «νέο σχολείο» ως αυτό που πραγματικά είναι στη συγκεκριμένη χώρα που ζούμε, δηλαδή το ιδεολογικό προκάλυμμα της αντιδραστικής-αντιλαϊκής επίθεσης στην εκπαίδευση. Toυλάχιστο καταρχήν γιατί το «νέο σχολείο» είναι και μια πραγματική επιδίωξη της αστικής τάξης.
Εκεί εξάλλου αναζητούμε την εξήγηση της γενικότητας και της στοχευόμενης ασάφειας που χαρακτηρίζει το αρχικό κείμενο του Υπουργείου.

1.Διαχρονικοί στόχοι

Όσον αφορά τις τρεις συσχετίσεις του «νέου σχολείου» που αναφέρθηκαν πιο πάνω (άλλοι στόχοι ΥΠΕΠΘ, συζήτηση στον τύπο, παλιότεροι διατυπωμένοι στόχοι) θα ξεκινήσω ανάποδα από την τελευταία συσχέτιση. Γιατί το «νέο σχολείο» μετρά ήδη μια… παλαιότητα.
Διαβάζοντας τους «στόχους» του «νέου σχολείου» είναι σαν να ξαναδιαβάζεις τους στόχους της… εμβληματικής πια ανάλυσης της έκθεσης του ΟΟΣΑ για την εκπαίδευση στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του `90. Η έκθεση αυτή ήταν που πρότεινε την κατάργηση της επετηρίδας των εκπαιδευτικών και την πρόσληψη τους σε τοπικό επίπεδο από τα σχολικά συμβούλια ύστερα από έκθεση προσόντων.
Το ΠΑΣΟΚ, κυβέρνηση πάλι τότε με υπουργό παιδείας τον σημερινό πρωθυπουργό, είχε επιχειρήσει μάλιστα δύο «ρηξικέλευθες» ανατροπές: Την προσπάθεια μέσα από την αναδιάταξη των αρμοδιοτήτων της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης να περάσει αρχικά η πληρωμή και στη συνέχεια οι εργασιακές σχέσεις των νηπιαγωγών (και στην πορεία όλων των εκπαιδευτικών) στις νομαρχίες-δήμους, και την λεγόμενη «περιγραφική αξιολόγηση» των μαθητών.
Αμφότερες οι προσπάθειες συνάντησαν την αντίσταση και άρνηση του εκπαιδευτικού σώματος και η επίθεση δεν αναπτύχθηκε.
Χρειάστηκε λίγα χρόνια μετά η τεράστια επιστράτευση του κατασταλτικού μηχανισμού για την κατάργηση της επετηρίδας και την εφαρμογή του διαγωνισμού του ΑΣΕΠ για να αρχίσουν να υλοποιούνται οι προτάσεις αυτής της ανάλυσης.
Πραγματικά, φράσεις όπως «δημιουργικότητα των μαθητών», «κατάργηση της αποστήθισης», «γκρίζα σχολεία που καταπνίγουν τους μαθητές», για «δημιουργική και κριτική σκέψη», για «μετρήσιμους δείκτες αξιολόγησης» για «τοπικές πρωτοβουλίες» και «τοπικά αναλυτικά προγράμματα», «αποκέντρωση» κλπ που συναντάμε στο κείμενο για το «νέο σχολείο» βρίσκονται… κιόλας εκεί διατυπωμένες.
Είναι διάχυτη σε όλο το κείμενο της έκθεσης του ΟΟΣΑ η «αγωνία» για το ότι οι μαθητές στην Ελλάδα δεν μαθαίνουν «αυτά που πρέπει να μάθουν» και για ότι το σχολείο δεν μπορεί να εκπληρώσει τον ρόλο του.
Ας ανατρέξουμε όμως πιο συγκεκριμένα κομμάτια της έκθεσης.

"Tα κριτήρια για την αποκέντρωση θα πρέπει να είναι - εάν τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα είναι σε θέση να αξιοποιήσουν πλήρως την κριτική τους σκέψη, να κάνουν ορθολογική χρήση των πόρων χρησιμοποιώντας τα καλύτερα διαθέσιμα μέσα, και να αποφασίζουν εάν οι "πελάτες" μπορούν να εκφέρουν άποψη για την ποιότητα και το περιεχόμενο της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Αυτό το κριτήριο τοπικού ελέγχου και συμμετοχής πρέπει να λειτουργήσει εντός της αρχής του προαιρετικού δημοσίου ελέγχου και σχεδιασμού, έτσι ώστε οι τοπικές αρχές να διασφαλίζουν την ισότητα και την ορθή χρησιμοποίηση των πόρων. Το σχολείο έτσι θα απολαμβάνει την μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία μέσα σ’ ένα πλαίσιο καθορισμένο από την τοπική αυτοδιοίκηση...
...Πιστεύουμε ότι το Υπουργείο θα μπορούσε να πειραματιστεί με την τοπική διαχείριση των σχολείων. Υπάρχουν διάφορα μοντέλα. Το μέγιστο που έχει υιοθετηθεί σε τοπικό επίπεδο προτείνει τη σύσταση σχολικής επιτροπής αποτελούμενης από αιρετούς γονείς, δασκάλους, εκπροσώπους της τοπικής αρχής και των διδασκόντων. Η επιτροπή αυτή είναι επιφορτισμένη με τον διορισμό των καθηγητών υπό τον όρο ότι θα προσλαμβάνονται αυτοί με τα κατάλληλότερα προσόντα, μετά από σχετική προκύρηξη στον τύπο. Είναι στην διακριτική ευχέρεια της επιτροπής να προβεί σε δαπάνες για εξοπλισμό και συντήρηση, να διεξάγει ελέγχους και να ακολουθεί το εθνικό πρόγραμμα έχοντας όμως αρκετή ελευθερία για την ανάπτυξη του περιεχομένου και του ύφους. Σκοπό έχει το διαμερισμό της εξουσίας μεταξύ αυτών που παρέχουν την υπηρεσία και αυτών που την λαμβάνουν. Ένα πιθανό παράδειγμα το οποίο προτάθηκε είναι να δοθούν στους γονείς κάποια χρήματα για την πληρωμή της προσχολικής εκπαίδευσης της αρεσκείας τους /επιλογής τους…

...Η αναδιανομή της εξουσίας από το κεντρικό επίπεδο στο επίπεδο του εργαζομένου θα γίνει παράλληλα με την μερική αντικατάσταση των ελέγχων που επιβάλλονται δια νόμου, από ενημερωτικές - νορμαλιστικές επιρροές όπως επίσης και αυτές της αξιολόγησης. Θα υπάρξει κατά κάποιο τρόπο μια ανταλλαγή όπου η αξιολόγηση θα εγγυάται το υψηλό επίπεδο και την ορθή πρακτική σε ιδρύματα που δεν υποβάλλονται σε άσκοπους κεντρικούς ελέγχους και κανονισμούς. Η αξιολόγηση σε όλα τα επίπεδα και τις φάσεις του συστήματος, συμπεριλαμβανομένων και των Κεντρικών Υπουργείων θα εξασφάλιζε απόδοση ευθυνών, την δίκαιη και ορθολογική κατανομή των πόρων και θα επέτρεπε στις ομάδες εργασίας να αναπτύξουν την αυτοκριτική τους και να βελτιωθούν. Τα εχέγγυα αυτά της ποιότητας που στηρίζονται στην αξιολόγηση της διαδικασίας και του αποτελέσματος θα εξασφαλίζονται κυρίως μέσω συστηματικής κριτικής από τους συναδέλφους δημοσίως.

Αξιολόγηση .Η αξιολόγηση σχολείων επιβάλλεται να ενθαρρύνει τα σχολεία να χρησιμοποιούν την ελευθερία τους προς αποφυγή μιας αποκλειστικής εξάρτησης από ένα εθνικό πρόγραμμα διδασκαλίας που έχει επιβληθεί. Πρέπει επίσης να ενθαρρύνει την αυτοαξιολόγηση που θα χρησιμοποιηθεί ως αφετηρία για την αξιολόγηση σχολείων που επιβάλλεται να ενθαρρύνει τα σχολεία να χρησιμοποιούν την ελευθερία τους προς αποφυγή μιας αποκλειστικής εξάρτησης από ένα εθνικό πρόγραμμα διδασκαλίας που έχει επιβληθεί.

Η αξιολόγηση των μαθητών πρέπει να βασίζεται σε μια συνεχή εκτίμηση της εργασίας τους με αντικειμενικά και συγκριτικά κριτήρια. Γι’ αυτό το σκοπό, απαιτείται η δημιουργία "τυποποιημένων εθνικών εργαλείων επίτευξης" που θα χρησιμοποιούνται παραπλεύρως των αξιολογήσεων των δασκάλων/καθηγητών και τις επιτεύξεις των μαθητών. Η βαθμολογική αυτή εκτίμηση θα είχε παιδαγωγικούς και διαγνωστικούς στόχους, αλλά ταυτόχρονα θα επέτρεπε την βαθμολογική εκτίμηση του κάθε σχολείου όπως και του εκπαιδευτικού συστήματος συνολικά. Πριν δημιουργηθούν αυτά τα "εργαλεία", επιβάλλεται να οριοθετηθούν οι στόχοι της εκπαίδευσης σε κάθε επίπεδο και σε κάθε μάθημα ούτως ώστε οι καθηγητές/δάσκαλοι να έχουν την ευκαιρία εκπλήρωσης των στόχων αυτών, και ταυτόχρονα να χρησιμοποιούνται ως αφετηρία αξιολόγησης. Αυτή η διαδικασία θα ενισχύσει έναν τρόπο διδασκαλίας με επιδιωκόμενους στόχους που θα αφήνει περιθώριο πρωτοβουλίας στους μαθητές και δασκάλους/καθηγητές. Θα είναι βέβαια ασυμβίβαστη με την πρακτική που απαιτεί τη χρήση ενός και μόνο συγγράμματος για την κάλυψη της ύλης.

Τα στοιχεία της εμπειρογνωμοσύνης πρέπει να συναθροιστούν για να παρέχουν ένα τεχνικό υπόβαθρο ως προς τις ανωτέρω εξελίξεις αλλά μετά από πλήρεις διαβουλεύσεις με εκπροσώπους των καθηγητών/δασκάλων. Τα ίδια τα σχολεία και οι καθηγητές/δάσκαλοί τους, θα πρέπει να αναλαμβάνουν την τήρηση αυτών των διαδικασιών. Ο έλεγχος των αποτελεσμάτων αυτών των διαδικασιών, είναι αναγκαίο να διεκπεραιώνεται κάτω από ελεγχόμενες συνθήκες, ώστε να εξασφαλίζεται η αντικειμενικότητα..."


Πολλούς στόχους και όρους της επίθεσης στην εκπαίδευση μπορεί κανείς να διακρίνει στο κείμενο.
Αυτοαξιολόγηση, «προβληματικό» το δωρεάν ένα σύγγραμμα φιγουράρουν από τότε ως όροι και εκτιμήσεις, αλλά και πιο κάτω, στα κομμάτια που δεν παρατίθενται στο παρόν κείμενο, περιέχεται η σύνδεση εκπαίδευσης-κατάρτισης, η αξιοποίηση πόρων από τις σχολικές επιτροπές πέραν του προϋπολογισμού, οι «χορηγοί» κλπ.
Βέβαια ένα βασικό εργαλείο… διατηρεί η κεντρική κρατική εξουσία, τα «τυποποιημένα εθνικά εργαλεία επίτευξης» που θα χρησιμοποιούνται όχι μόνο για την αξιολόγηση των μαθητών αλλά και για την παράλληλη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Κατά μία έννοια λοιπόν το «νέο σχολείο» δεν είναι και τόσο… νέο. Μετράει τουλάχιστο μία δεκαπενταετία.
Και υπό αυτή την έννοια είναι… ειλικρινής πέρα για πέρα η ανάγκη του συστήματος για ένα νέο σχολείο όπως ήδη έχουμε ξαναγράψει, πιο φτηνό, πιο εύκολα «διαχειρίσιμο», με πιο πειθαρχημένους «ανθρώπινους πόρους» δηλαδή μαθητές και εκπαιδευτικούς. Ένα σχολείο που θα ελέγχει πιο δραστικά την ροή του μαθητικού δυναμικού, το σώμα των εκπαιδευτικών, και την σκέψη εκπαιδευτικών και μαθητών και μάλιστα όλα αυτά στο όνομα της…ελευθερίας. Ειδικά σε μια εποχή που μια τεράστια ανατροπή λαμβάνει χώρα στις εργασιακές σχέσεις, τα κοινωνικά δικαιώματα και γενικότερα στο δικαίωμα της εργασίας εκτός σχολείου. Το σχολείο δεν μπορεί να μείνει «πίσω».

Ένα άλλο χαρακτηριστικό αυτής της υποτιθέμενης «μεταβίβασης εξουσίας» ανάμεσα «σε αυτούς που παρέχουν και σε αυτούς που δέχονται τις υπηρεσίες του σχολείου» είναι ακριβώς η μεταβίβαση της έτσι και αλλιώς διαχρονικής κρίσης του αστικού σχολείου σε « αυτούς που δέχονται τις υπηρεσίες του» και που χαρακτηρίζονται ως «πελάτες» -αν και χρησιμοποιούνται τα εισαγωγικά για να διασκεδαστεί ο αναγνώστης. Αυτό επιτυγχάνεται δια μέσου της μεταβίβασης της βασικής αντίθεσης που διαπερνά και την αστική εκπαίδευση (λαός -κεντρική εξουσία) στην (ψευτο)αντίθεση εκπαιδευτικών-εργαζόμενων γονιών. Μια αντίθεση που η κεντρική καπιταλιστική εξουσία θα καλείται να διαχειριστεί, να αξιοποιήσει και τελικά να ελέγξει πιο αποτελεσματικά. Οι λεγόμενες «δημοσιεύσεις στόχων» βρίσκονται σε αυτή την κατεύθυνση.

Γι αυτό αν και η έκθεση βρίθει από αποκεντρωτική φιλολογία, τα «τυποποιημένα εργαλεία επίτευξης», στα απλοελληνικά δηλαδή τα κριτήρια, οι μηχανισμοί και ο τελικός έλεγχος της διαδικασίας, παραμένουν αυστηρά «εθνικά» ελεγχόμενα από την κεντρική κρατική εξουσία.

Στο αρχικό κομμάτι της έκθεσης μπορούμε να διακρίνουμε το ιδεολογικό πλαίσιο των κατευθύνσεων αυτών:

Κατάργηση της «τυπικής» και «άκαμπτης» ισότητας ευκαιριών που διασφαλίζονται με την κρατική παρέμβαση στην εκπαίδευση, κατάργηση κατά συνέπεια του ρόλου της εκπαίδευσης ως κοινωνικού εξισορροπιστή και της κρατικής διασφάλισης των πτυχίων, εξεύρεση πόρων, στροφή στις ατομικές ανάγκες-ικανότητες των μαθητών (ο μαθητής πάνω απ` όλα από τότε ακόμα!), σύνδεση με την αγορά εργασίας.
Είναι φανερό ότι την έκθεση την γράφουν έλληνες τοποτηρητές του ΟΟΣΑ και η διατύπωση είναι σε πρώτο πληθυντικό αυτό όμως δεν απαλλάσσει από τις αντιφάσεις μιας θεσμικής παρέμβασης ενός ιμπεριαλιστικού οργανισμού στο εκπαιδευτικό εποικοδόμημα μιας εξαρτημένης (από τον ιμπεριαλισμό) χώρας.
Γιατί για χώρες σαν την δική μας υπάρχουν στον τομέα αυτό τρία επίπεδα: Οι διατυπωμένοι στόχοι, η πραγματική κοινωνική κατάσταση (της εκπαίδευσης αλλά όχι μόνο) και η τελική διαμόρφωση. Τα επίπεδα αυτά όχι μόνο δεν συγκλίνουν αλλά τις περισσότερες φορές αποκλίνουν σημαντικά.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ενώ στην αρχή ο «λόγος» παρόμοιων εκθέσεων μπορεί και να πείθει κάποια (ειδικά μικροαστικά) στρώματα που να το πούμε απλά θα επιθυμούσαν έστω και μια αστική εκπαίδευση «της προκοπής», στην εφαρμογή του και ειδικά σε περιόδους σαν τη σημερινή, ο «λόγος» αυτός πολύ γρήγορα απογυμνώνεται μπροστά στην ωμή πραγματικότητα.

2.Τι γράφτηκε (υποβλήθηκε) στον τύπο.

Η εφημερίδα «Νέα», του γνωστού συγκροτήματος που «προμήθευσε» υπουργούς και μελλοντικούς υπουργούς παιδείας στο σύστημα, με τις γνωστές σχέσεις που την συνδέουν με το ΠΑΣΟΚ, αλλά και τις αζημίωτες «ωφέλειες» που έχει αποκομίσει (πχ ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες), δημοσίευσε σε δύο συνέχειες ένα εκτεταμένο αφιέρωμα για το «νέο σχολείο».
Εκεί στο άρθρο «τα νέα προγράμματα σπουδών-από το σχολείο αγγαρεία στη Δημιουργική Μάθηση» μαθαίνουμε ότι συνολική αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος για τη δημιουργία αυτού του σχολείου της δημιουργικής μάθησης έχει χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2017.
Πρόκειται συνεπώς για ένα σχετικά μακροπρόθεσμο (όσον αφορά τα ελληνικά εκπαιδευτικά πράγματα) σχεδιασμό.
Ο πυρήνας του «νέου σχολείου» θα είναι τα «νέα προγράμματα σπουδών και το καινούργιο σύστημα πρόσβασης στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση (έτσι για να…απομακρυνθούμε από το «εξεταστικοκεντρικό» σχολείο).
Το σημαντικό νέο στοιχείου του νσχ είναι ότι θα περιορίζονται τα νέα προγράμματα σπουδών στην… προσθαφαίρεση ύλης αλλά στον εκσυγχρονισμό της. Η βασική αλλαγή θα επέλθει στα αναλυτικά προγράμματα σπουδών που θα αποτελέσουν αφετηρία και σημείο αναφοράς για όλες τις άλλες «αλλαγές» (αξιολόγηση, υλικοτεχνική υποδομή, διδακτικά και σχολικά εγχειρήματα, επιμόρφωση). Όλα τα παραπάνω θα προσαρμοστούν και θα μετρηθούν σε σχέση με τις αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα.
Και επειδή τα αναλυτικά προγράμματα θα πρέπει να ανταποκριθούν στα χαρακτηριστικά της «μελλοντικής κοινωνίας» και των αντίστοιχων μορφωτικών χαρακτηριστικών που θα έχει ο μορφωμένος άνθρωπος που το εκπαιδευτικό σύστημα επιδιώκει να δημιουργήσει, οι κατευθύνσεις αυτές θα διαπεράσουν το σύνολο των παιδαγωγικών και κοινωνικών σχέσεων που διαμορφώνονται στα πλαίσια της οργανωμένης εκπαίδευσης: το περιεχόμενο των μαθημάτων, τους τρόπους διδασκαλίας, τις μορφές αξιολόγησης, τις σχέσεις εκπαιδευτικών-γονέων- μαθητών, και οτιδήποτε συμβάλλει στην επιτυχία της εκπαιδευτικής διαδικασίας ή αντίθετα την παρεμποδίζει.

Μόνο και μόνο η γενική διατύπωση μας προδιαθέτει για μια προσπάθεια ακόμα μεγαλύτερου ελέγχου της εκπαιδευτικής διαδικασίας και των αποτελεσμάτων της. Και το βασικό «αποτέλεσμα» της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι ο απόφοιτοι/τες. Τα μορφωτικά χαρακτηριστικά του μορφωμένου άνθρωπου του 21ου αιώνα αναφορικά με την ανάπτυξη των μαθητών και μαθητριών θα εντοπίζονται στις γνώσεις, τις δεξιότητες, αλλά και τις αξίες που θα καλλιεργήσουν, τις στάσεις που θα υιοθετήσουν και τις συμπεριφορές που θα επιδείξουν! Όλα αυτά τα υπέροχα χαρακτηριστικά που θα… προαπαιτήσει γι` αυτούς η εξίσου υπέροχη κοινωνία που ανατέλλει στον αστερισμό του ΔΝΤ και της κλιμάκωσης της επίθεσης στα εργασιακά, δημοκρατικά και μορφωτικά δικαιώματα. Όχι το νσχ δεν προβλέπει ακόμα ρόλο για τον «αστυνόμο της γειτονιάς» αλλά δεν απέχουμε πολύ…

Σε μικρότερα χρωματισμένα πλαίσια του ίδιου άρθρου διακρίνουμε και σε ποσότητες τι σημαίνει το νσχ:180 ώρες επιμόρφωση εκπαιδευτικών ακόμα και από απόσταση, ενώ «ο σημερινός υψηλός αριθμός μαθημάτων θα μειωθεί χωρίς να μειωθεί ο συνολικός χρόνος εργασίας μαθητών και εκπαιδευτικών» (όχι δε θα μειωθεί αλλά θα αυξηθεί!).
Σε επόμενο άρθρο του αφιερώματος πληροφούμαστε για του «νέους μαθητές», πρόκληση που μπορούν να κερδίσουν μόνο οι «νέοι εκπαιδευτικοί».
Οι «καλύτεροι εργαζόμενοι στις μέρες» θα είναι εν ολίγοις «εκείνοι οι οποίοι δίνουν το καλύτερο δυνατόν για τον οργανισμό (sic) στον οποίο εργάζονται»! Προφανώς με τέτοια ανεργία αν δεν δίνουν το καλύτερο….
Αυτός ο μαθητής θα «έχει βαθμούς ελευθερίας στον σχεδιασμό της μάθησης» σε τέτοιο βαθμό που θα «θα συνεχίζει να μαθαίνει πέρα από την τάξη», «θα κάνει την κριτική αυτοαξιολόγηση» και θα «καταχωρίζει σχόλια για τους συμμαθητές του και την αυτοτροφοδότηση τους σε χώρους κοινωνικής δικτύωσης»! Τώρα πως θα ανταποκρίνεται στα «διαβαθμισμένης δυσκολίας θέματα» που θα επιλέγει (αυτή η επιλογή!) από την Τράπεζα θεμάτων ή καλύτερα ποιοι θα ανταποκρίνονται σε αυτή τη διαβάθμιση είναι βέβαια θέμα ταξικής διαβάθμισης (ή επιλογής)!
Η ζωντανή αντίφαση του «νσχ» διατυπώνεται σε ένα επόμενο άρθρο που αφορά τους «δάσκαλους δημιουργούς».
Γιατί αυτή η συστημική ανάγκη για «νέο τύπο μορφωμένου ανθρώπου» συνδυάζεται με την «έμπρακτη χειραφέτηση από την πολιτεία» των σχολικών μονάδων και των λειτουργών τους.
Αυτή η αντιφατική ελεγχόμενη…. χειραφέτηση ή η χειραγωγημένη αποκέντρωση έχει ένα όνομα: «υπεθυνοποίηση των σχολικών μονάδων και των λειτουργών τους για μια σειρά πράγματα».
Ας τα δούμε πιο συγκεκριμένα αυτά τα «μια σειρά πράγματα».


3.Η συσχέτιση με τους πραγματικούς στόχους της επίθεσης.

Μέχρις εδώ είδαμε ότι το «νέο σχολείο» και έννοιες όπως η «αξιολόγηση», «αυτοαξιολόγηση», «διαβάθμιση ποιότητας», «αποκέντρωση» κλπ. συμπλέκονται. Όλα αυτά αν θέλετε, συνιστούν το «νέο σχολείο» του μέλλοντος.
Μέχρι αυτό το σημείο το τι σημαίνει νσχ το προσδιορίσαμε μέσα από το καθρέφτισμα των επιδιώξεων του «νέου σχολείου» στη σημερινή κοινωνία και αποδομήσαμε –όσο η ηθελημένη γενικότητα του όλο ζητήματος μας επέτρεπε-τα πολύφερνα και ξενόφερτα «θέλγητρα» του.
Όμως υπάρχει και το καθρέφτισμα του υποθετικού «νέου σχολείου» στο πραγματικό σημερινό σχολείο. Στην πραγματική κατάσταση πραγμάτων της εκπαίδευσης της συγκεκριμένης χώρας μέσα στην οποία ζούμε.
Όταν επιχειρούμε κάτι τέτοιο σχεδόν αυτόματα οι γενικότητες και οι συγκαλυμμένες κατευθύνσεις παίρνουν απτή, συγκεκριμένη μορφή και περιεχόμενο. Ή, πράγμα που είναι το ίδιο διαβασμένο από την ανάποδη, γενικεύονται συγκεκριμένα και πραγματικά οι σκόπιμες αερολογίες.
Υποχρεωνόμαστε έτσι να δούμε το «νσχ» όχι μόνο ως το ιδεολογικό προκάλυμμα της γενικής επίθεσης του συστήματος στο λαό (που προφανώς είναι), αλλά και ως συγκεκριμένη πραγματικότητα που τείνει να επιβληθεί και που οι συνέπειες αυτής της επιβολής επενεργούν (ή θα επενεργήσουν όσο «επιτραπεί» στο σύστημα από το κίνημα αλλά και με βάση τις εγγενείς ελληνικές «ιδιαιτερότητες» ) με τη σειρά τους, στους όρους της γενικότερης επίθεσης.
Δεν είναι τυχαία η επικέντρωση της κυβέρνησης και των «δυνάμεων κατοχής της χώρας» στις μεγάλες αλλαγές στην εκπαίδευση.
Ο νέος (και νόμιμα) ανασφάλιστος εργαζόμενος των 500 ευρώ δεν μπορεί να «περπατήσει» αν δεν ολοκληρωθούν αυτές οι αλλαγές που θα τον προετοιμάσουν κοινωνικά με το που πατάει το πόδι του στο «νέο» σχολείο που έρχεται από πολύ, πολύ παλιά!

Οι έννοιες κλειδιά του νσχ είναι οι λεγόμενες (αν) «ελευθερίες» που προτείνει και εισάγει: «ελευθερία σχεδιασμού και ενεργός ατομική συμμετοχή στη μάθηση», «χειραφέτηση των σχολικών μονάδων και υπευθυνοποίηση τους», «αποκέντρωση».

Και επειδή το «μοντέλο» που προτείνεται να… προσγειωθεί στην ελληνική πραγματικότητα έχει πάντα την σφραγίδα του ξενόφερτου θα πρέπει να αναζητήσουμε την πατρότητα του κάπου ανάμεσα στην Βρετανία και την Σουηδία.
Μάλιστα το Σουηδικό «ανεξάρτητο σχολείο» ήταν λέει η πηγή έμπνευσης του προεκλογικού προγράμματος των Τόρις στις τελευταίες εκλογές. Από το 1992 στην Σουηδία, επιτρέπεται σε όποιον το επιθυμεί (ιδιωτική εταιρεία, δημοτική αρχή, φιλανθρωπικό ίδρυμα, σύλλογο γονέων) να ιδρύσει σχολείο λαμβάνοντας κρατική επιχορήγηση. Τα σχολεία αυτά τηρούν κάποιες προϋποθέσεις πιστοποίησης και μια βασική διδακτέα ύλη που καθορίζεται από το κράτος. Πρόκειται για το βασίλειο της «ελεύθερης επιλογής» αφού τα «ανεξάρτητα σχολεία» εκτός από τους εκπαιδευτικούς μπορούν να επιλέγουν και τους… μαθητές τους! Αναπτύσσεται έτσι ένας ανταγωνισμός μεταξύ των σχολείων που είναι φανερό ότι ευνοεί τα παιδιά των πλέον εύπορων τάξεων που διαλέγουν (και επιλέγονται να… διαλέξουν!) τα πιο «καλά» σχολεία. Και επειδή οι κρατικοί πόροι είναι συγκεκριμένοι, το ποσό των επιχορηγήσεων αφαιρείται από τις χρηματοδοτήσεις των υπόλοιπων (δημόσιων) σχολείων της γενικής εκπαιδευτικής περιφέρειας (εκεί ήδη υπάρχει ιστορικά ο «Καλλικράτης»).
Βέβαια η Βρετανία με το θατσερικό και μπλερικό παρελθόν είχε ήδη πρωτοτυπήσει με τις λεγόμενες «ακαδημίες», σχολεία δηλαδή αποθήκες δεύτερης διαλογής, που παράγουν «καταρτίσιμους» απόφοιτους για την αγορά εργασίας και δεν συνδέονται την «παραπέρα» εκπαιδευτική σταδιοδρομία και εξέλιξη.

Το προεκλογικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ το 2004 για την εκπαίδευση περιείχε (με πιο σαφείς διακηρυγμένες αντιδραστικές προτάσεις σε σχέση με την ΝΔ ) ανάλογο σκεφτικό όταν «έριχνε» την πρόταση των σχολικών κουπονιών που θα παρείχε το κράτος στους γονείς για να επιλέγουν το σχολείο που εκείνοι επιθυμούσαν, ή την πρόταση για τους μαθητικούς συνεταιρισμούς σχολείων που θα αναλάμβαναν να καλύψουν τα κενά υποδομής και λειτουργίας των σχολείων. Οπωσδήποτε το «ανεξάρτητο σχολείο» είναι ένα σκαλοπάτι παραπέρα.

Θα συνεχίσουμε την επιστροφή μας στην ελληνική πραγματικότητα επανερχόμενοι στην έκθεση του ΟΟΣΑ που διαπιστώνοντας στη δεκαετία του `90 την αντίφαση ανάμεσα στο χαμηλό επίπεδο των κρατικών δαπανών για την εκπαίδευση και το υψηλό επίπεδο ιδιωτικής δαπάνης των οικογενειών για σπουδές (παραπαιδεία, ξένες γλώσσες, εξωτερικό), διαπίστωνε ότι «υπάρχουν μεγάλα περιθώρια γονεϊκής και κοινοτικής προσφοράς και δημιουργικότητας». Δειλά, δειλά τότε ο ΟΟΣΑ πρότεινε το σύστημα των κουπονιών να αρχίσει με την επιλογή μονάδας προσχολικής αγωγής.
Η λογική της «αποκέντρωσης» που να αφορά πια όχι μόνο την εκπαίδευση αλλά τις κοινωνικές υπηρεσίες και τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας συνολικότερα, βρίσκεται πίσω από την λεγόμενη «μεγάλη κοινωνία» που επαγγέλλεται το (αντι) κοινωνικό πρόγραμμα της κεντροδεξιάς συμμαχίας που βρίσκεται στην κυβέρνηση της Βρετανίας αυτήν την περίοδο.

Παρόμοια προγράμματα αντιμετώπισης «της κρίσης και της φτώχειας» φαίνεται να επαγγέλλονται και οι ντόπιοι κυβερνητικοί εντολοδόχοι όπως είναι το νομοσχέδιο για τις «μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις κοινωνικής προσφοράς» που θα αντικαταστήσουν τις παρεχόμενες κοινωνικές υπηρεσίες με την απασχόληση άνεργων νέων.

Το νσχ πρέπει να το δούμε μέσα λοιπόν στο πλαίσιο αυτής της συνολικότερης ανατροπής που βέβαια με τον Καλλικράτη αποχτά το νομικό και οργανωτικό της πλαίσιο.
Με αυτή την έννοια το νσχ επανακτά για λογαριασμό του συστήματος τον αποδυναμωμένο ρόλο της εκπαίδευσης ως ιδεολογικού μηχανισμού όχι με την «κλασσική» μορφή του «παλιού» σχολείου της «ελληνοχριστιανικής αγωγής» αλλά ως ταξικό μηχανισμό εμπέδωσης της θέσης και της προοπτικής που επιφυλάσσει για τους αποφοίτους των λαϊκών τάξεων με «αντικειμενικό» τρόπο (αν πάρουμε μάλιστα υπόψη ότι η επίθεση του συστήματος συμπεριλαμβάνει στο στόχαστρό της και ευρύτερα μεσοστρώματα που μέχρι πρότινος απολάμβαναν ένα επίπεδο ζωής). Σε ένα τέτοιο σχολείο η ένταξη, εξέλιξη η εκροή μαθητών και «υπευθυνοποίηση» για την πορεία τους (αφού υποτίθεται είναι συν-σχεδιαστές της μόρφωσης που τους παρέχεται!) θα είναι μια ατομική επιλογή (καθώς το σχολείο θα τους παρέχει το πλαίσιο για επιλογή, τάχα, παιδαγωγικών μεθόδων ποικίλης μορφής και μάλιστα δια βίου).
Ταυτόχρονα υφαρπάζει το διαθέσιμο εισόδημα όσων μπορούν να πληρώσουν για να εξασφαλίσουν τους στοιχειώδεις πόρους λειτουργίας των σχολικών μονάδων (και κάπως έτσι το «πιο φτηνό» σχολείο της νέας εποχής είναι ταυτόχρονα και «πιο ακριβό»). Εμφανίζονται σχολεία πολλών ταχυτήτων και πολλαπλών χρηματοδοτήσεων.
Είναι σχεδόν αυτονόητο ότι σε ένα τέτοιο «νέο σχολείο» δεν ταιριάζουν οι «παλιές» εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών και στα τρία τους επίπεδα: σταθερή και ενιαία εργασιακή θέση, σταθερότητα εργασιακών όρων, σταθερή και ενιαία εργασιακή αμοιβή.

Εδώ τίθεται ένα ερώτημα γιατί η σημερινή φάση επίθεσης και κρίσης του συστήματος απαιτεί το προσπέρασμα του «παλιού» σχολείου και μιλώντας ειδικά για τη χώρα μας. Επανερχόμαστε στην έκθεση του ΟΟΣΑ.

Υπάρχει στην Ελλάδα μακρόχρονη παράδοση της εκπαίδευσης ως κύριου φορέα διάδοσης των αξιών από γενεά σε γενεά οι οποίες έχουν (διαχρονικά) μορφοποιήσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Ελληνικού πολιτισμού (στην μακραίωνη πορεία ανάπτυξής του). Οι Έλληνες υποστηρίζουν ένθερμα την διατήρηση του ρόλου αυτού της εκπαίδευσης, που θα βοηθήσει να αποφευχθεί η διάβρωση της Ελληνικής ταυτότητας κατά την διαδικασία ολοκλήρωσης της Ευρωπαϊκής ενοποίησης12. Ο "εθνικός" ρόλος της εκπαίδευσης συνυπάρχει με την αντίληψη της εκπαίδευσης ως τρόπου κοινωνικής ανέλιξης και προσωπικής (ατομικής) ανάπτυξης, όπου το ελληνικό κράτος εγγυούταν την ποιότητά της.
Σε ποια σημεία του το «παλιό ελληνικό σχολειό» δεν μπορεί να εκπληρώσει το ρόλο που σήμερα απαιτούν ξένοι εντολείς και ντόπιοι εντολοδόχοι (χωρίς αυτό να απαλλάσσει την αστική τάξη από τις ιδιαίτερες επιδιώξεις της);
Πρώτα, πρώτα καθόλου δεν σημαίνει ότι το «παλιό» σχολείο ήταν εμφανώς λιγότερο ταξικό από αυτό που σκοπεύουν να επιβάλλουν Χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει πως το νσχ δεν θα είναι ταξικότερο! . Από πολύ καιρό έχει αντικρουστεί η άποψη της «κοινωνικής κινητικότητας» που χαρακτήριζε το «παλιό» σχολείο.
Αλλιώς που να εντάξουμε τους χιλιάδες μαθητές που πολλές φορές δεν τέλειωναν ούτε το δημοτικό, τα παιδιά των ελλήνων μεταναστών (όσο και αν αυτό δεν είναι αμιγώς εκπαιδευτικό ζήτημα αλλά τι είναι αμιγώς εκπαιδευτικό;) και γενικά τους τόσους χιλιάδες «απόντες» του «παλιού σχολείου»;.
Από την άλλη το σχολείο που έδωσε χώρο στην μαζική εκπαίδευση και τη δυνατότητα στα παιδιά των αγροτών (κατά βάση τότε) αλλά και των εργατών να σπουδάσουν ακόμα και στα Πανεπιστήμια ήταν το αποτέλεσμα και ο μορφωτικός μοχλός μιας διαδικασίας ανάπτυξης της χώρας (με ότι χαρακτηριστικά κι αν είχε η εξαρτημένη αυτή «ανάπτυξη»), δημιουργίας μια οικονομίας υπηρεσιών, διαμόρφωσης μια γενιάς νέων μικροαστικών στρωμάτων κλπ.
Αυτή η φάση από τα μέσα της δεκαετίας του `70 ήδη αναστρέφεται και έχουμε τις πρώτες προσπάθειες των ελληνικών κυβερνήσεων να απαντήσουν σ` αυτή την ιδιόμορφη «κρίση» με μια σειρά μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που ποτέ δεν αντιμετώπισαν ριζικά (από τη σκοπιά της αστικής τάξης αλλά και αργότερα των ευρωπαίων πατρόνων της) το «ζήτημα».
Από την αρχή της δεκαετίας του `90 γίνονται προσπάθειες να τεθεί το ζήτημα ενός «άλλου» σχολείου. Η προσπάθεια της κυβέρνησης όμως Μητσοτάκη να αντιμετωπίσει με τον κλασσικό «πατροπαράδοτο» δεξιό τρόπο της εθνικής παράδοσης το σχολείο, σκόνταψαν πάνω στο νεολαιίστικο κίνημα (επάρσεις-υποστολή σημαίας, επαναφορά της ποδιάς κλπ).
Το ΠΑΣΟΚ από τα μέσα της δεκαετίας του `90 ενστερνίζεται αυτό τον «κοσμοπολιτισμό» της έκθεσης του ΟΟΣΑ που κάνοντας αναφορά σε ορισμένα πραγματικά και (είναι αλήθεια) επαχθή χαρακτηριστικά του «παλιού» σχολείου, στην ουσία προωθεί μια βαθύτερη ταξικά ανατροπή, αναγγέλλοντας ένα σχολείο που δεν θα έχει καμία σχέση με το «παλιό» και θα είναι πιο αποτελεσματικό ταξικά για τους «εθνικούς» κεφαλαιοκράτες και τους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές.
Καθόλου τυχαίο ότι αυτή η «αγγλοσαξονικά σπουδαγμένη ελίτ» (όπως τους χαρακτήρισε εύστοχα ο καθηγητής Πανούσης) είναι και η πιο κατάλληλη να διαχειριστεί το «ζήτημα», αποτελεί και το (επιβεβαιωμένο) γεγονός ότι αν και η ηγεσία Γιαννάκου προσπάθησε με τους κλασσικούς «δεξιούς» τρόπους να αντιμετωπίσει την επικείμενη «αντιμεταρρύθμιση»-σνομπάροντας μάλιστα τη διαθεματικότητα- πολύ σύντομα υπέκυψε στη γοητεία του έτοιμου… γεύματος που είχε προετοιμάσει η προηγούμενη ηγεσία υπό τον Ευθυμίου με τα «νέα βιβλία» και την «ευέλικτη ζώνη». Ας μην ξεχνάμε και το «ανοιχτό σχολείο» που είχε προπαγανδίσει αυτή η ηγεσία. Ανοιχτό όμως σε ποιους;
Η σημερινή υπουργός παιδείας και το επιτελείο τους φαίνονται οι πιο κατάλληλοι για αυτήν την ανατροπή. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι η βουλευτής που είχε εισηγηθεί την εισαγωγή της αγγλικής ως κύριας γλώσσας, ενώ οι «τραβηγμένες» απόψεις που υποστηρίζει ο γραμματέας του Υπουργείου στην ιστοσελίδα του αλλά και οι ακραίες «αντιεκπαιδευτικές» εκρήξεις της υφυπουργού απηχούν απλά τις πραγματικές κατευθύνσεις της κυβερνητικής πολιτικής στην εκπαίδευση, σε πλήρη ανάπτυξη!
Η ουσία όλης αυτής της αμφισβήτησης του «παλιού σχολείου» είναι η απογύμνωση του ελληνικού αστικού σχολείου από κάθε του χαρακτηριστικό που θα συνεπάγονταν την υποχρέωση του καπιταλιστικού κράτους να εγγυηθεί στους πολίτες-αποφοίτους του οποιαδήποτε εξασφάλίση επαγγελματική και μορφωτική. Μάλιστα ο μορφωμένος πολίτης του 21ου αιώνα θα πρέπει εφ` όρου ζωής να προσπαθεί για να μην «απορριφτεί» από τις συνεχείς πιστοποιήσεις προσόντων, ικανοτήτων, και δεξιοτήτων (δια βίου μάθηση). Να προσαρμοστούν δηλαδή οι «ικανότητες» του και η «ετοιμότητα» του στις συνεχείς εργασιακές και κοινωνικές ανατροπές και αναιρέσεις δικαιωμάτων. Σε πείσμα των αντιεξεταστικοκεντρικών ανοησιών και γενικοτήτων όχι μόνο το σχολείο, όλη η ζωή του μελλοντικού αποφοίτου και «απασχολήσιμου» θα είναι ένα μεγάλο εξεταστικό κέντρο!

Το… «τρίτο» σχολείο των λαϊκών δικαιωμάτων.
Βέβαια ανάμεσα στο «παλιό» και το «νέο» σχολείο εμφιλοχώρησε, για την ακρίβεια σφηνώθηκε… αναγκαστικά και ένα… τρίτο. Το λαϊκό «σχολείο» που επέβαλλαν οι αγώνες της τότε σπουδάζουσας νέας γενιάς, του λαϊκού και εργατικού κινήματος γενικότερα, η ύπαρξη στην ακόμη γενικότερη μορφή του, ενός «άλλου δρόμου ανάπτυξης» της κοινωνίας την οποία αντιπροσώπευε το σοσιαλιστικό παράδειγμα με τις αναμφισβήτητες ποσοτικές επιτυχίες και τις πραγματικά ποιοτικά ριζοσπαστικές αλλαγές στην εκπαίδευση. Με δυο λόγια ο διαφορετικός ταξικός και εν τέλει πολιτικοκοινωνικός συσχετισμός εκείνης της εποχής.
Και επειδή πολύς ο λόγος για τις αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα κα τις μεθόδους διδασκαλίας, να θυμίσουμε πως στη δεκαετία του `60, πριν το ξέσπασμα του Μάη του `68 και όταν ακόμη στην γκωλική Γαλλία δεν υπήρχαν μικτά σχολεία, στην μακρινή Κίνα λάβαινε χώρα μια μορφωτική επανάσταση που διεκδικούσε ριζική αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων, της ύλης και των τρόπων και συστημάτων διδασκαλίας, που καταφέρονταν ενάντια στα «τρία» κέντρα δηλαδή το μάθημα, τον δάσκαλο, το βιβλίο κλπ… Όμως σε ποια κατεύθυνση και, προπαντός, σε ποιο πλαίσιο βρίσκονταν ενταγμένες αυτές οι ριζοσπαστικές προτάσεις;
Μόνο και μόνο η ανατροπή και αλλαγή των ταξικών συσχετισμών παγκόσμια επέτρεψε στο κεφάλαιο να «οικειοποιηθεί» ακόμα και τέτοια ριζοσπαστικά αιτήματα και να εμφανίζει σήμερα την ουσιαστικά παλινόρθωση του παλιού, σκληρά ταξικού σχολειού ως προοδευτική απαίτηση!
Κοινωνία χωρίς σχολεία διακήρυτταν κάποιοι ριζοσπάστες παιδαγωγοί της δεκαετίας του `60. Δεν φαντάζονταν ίσως ότι ο αίτημα τους θα το υλοποιούσε κατά… ένα μέρος το κεφάλαιο. Στο δεύτερο μέρος του αφιερώματος των «Νέων» υπάρχει μάλιστα και η προβολή του αιτήματος της διδασκαλίας στο σπίτι όπως ήδη γίνεται σε αρκετές καπιταλιστικές χώρες της δύσης. Όλα αυτά εμφανίζονται στο όνομα της «ατομικής ελευθερίας επιλογής»
Το «λαϊκό» σχολείο εδράζεται κατά βάση στις δωρεάν εκπαιδευτικές υπηρεσίες (σπουδές, συγγράμματα) αλλά και στις ακαδημαϊκές ελευθερίες (αφορούν τις παραπάνω βαθμίδες της εκπαίδευσης), και φυσικά στην δυνατότητα διάδοσης και ελεύθερης διακίνησης και ζύμωσης των ιδεών.
Πρόκειται για τα μορφωτικά, ακαδημαϊκά και δημοκρατικά δικαιώματα και τις κατακτήσεις της προηγούμενης περιόδου.
Αυτό το «παλιό» σχολείο θέλει να αντικαταστήσει-κατά βάση- το νσχ και αυτές τις κατακτήσεις θέλει να διαλύσει αν και η κριτική στο εθνικά πατροπαράδοτο «παλιό» σχολείο καλύπτει τους αντιδραστικούς στόχους με ψευτοπροοδευτική «εσάνς». Βέβαια η αναίρεση της αντίληψης που έχει ο ελληνικός λαός για το ρόλο της εκπαίδευσης, χρονολογούμενη από τον καιρό των μη-ολοκληρωμένων αστικοδημοκρατικών επαναστάσεων, η εξάλειψη της όποιας (έστω και σε αστικό πλαίσιο) δημοκρατικής –λαϊκής- λειτουργίας της εκπαίδευσης και του σχολείου, είναι ένας σοβαρός όρος για να περάσει το σχολείο στη μετά-νεωτερική εποχή. Στην εποχή που το κεφάλαιο θα έχει την ελευθερία (αυτή είναι η πραγματική ουσία της ελευθερίας επιλογής και όλων αυτών των φληναφημάτων) να μη θεωρεί κανένα δικαίωμα ή κατάκτηση δεδομένη. Στην εκπαίδευση και οπουδήποτε αλλού…
Η επιστροφή στον… δημοδιδάσκαλο (ούτε σ` αυτόν καλά-καλά με την εφαρμογή του υπερκράτους του Καλλικράτη) είναι προφανώς μια αντιδραστική επιστροφή του «παλιού» ανοιχτά διακηρυγμένου ταξικού σχολείου.

Κλείνοντας θα μείνουμε σε μερικά «πονηρά» σημεία του λεγόμενου «νέου σχολείου» που απηχούν σε κάποιες λεπτές αλλά καθόλου ασήμαντες αποχρώσεις.


1. Θα τονίσουμε την εμμονή των υποστηρικτών του «νέου σχολείου» στην απαίτηση να αναιρεθεί όσο γίνεται ο ενιαίος χαρακτήρας του αναλυτικού προγράμματος και να εκπονούνται ει δυνατόν τοπικά αναλυτικά προγράμματα. Αυτό ταιριάζει γάντι με τα σχολεία πολλαπλών ταχυτήτων που θα διακρίνονται για τις τοπικές αναρτήσιμες επιδόσεις τους, θα διαφοροποιούνται ανάλογα με «τους πόρους» που θα αξιοποιούν ή θα βρίσκουν τα σχολικά συμβούλια, θα αξιολογούνται και θα υποστηρίζονται από την κρατική εξουσία αντίστοιχα.

Σε καμιά περίπτωση όμως η αναίρεση του ενιαίου χαρακτήρα της εκπαίδευσης (που είναι από τις βασικές παραμέτρους του νσχ) δεν σημαίνει αναίρεση κεντρικών ενιαίων και πιθανώς πολυδαίδαλων κριτηρίων πιστοποίησης που όχι παραμένει κάτω από τον ασφυκτικό κρατικό έλεγχο αντίθετα θα αναβαθμιστεί στο όνομα της δημόσιας εκπαίδευσης παρακαλώ! Είναι και αυτός ένας ακόμη μακροπρόθεσμος στόχος και διακαής πόθος του συστήματος (έχουν γίνει κάποια βήματα) που τον «σέρνει» απ` δω και από `κει καιρό τώρα. Πρόκειται για το «κράτος στρατηγείο» που πρώτος χρησιμοποίησε ως όρο ο (στ` αζήτητα) Σημίτης όταν ήταν πρωθυπουργός. Μα ακριβώς χρειάζεται ένας τέτοιος κεντρικός έλεγχος για να εγγυάται την πολυδιάσπαση και την δια βίου εξάρτηση των πτυχίων και των επαγγελματικών δικαιωμάτων υπό συνεχή αμφισβήτηση, από ένα κράτος που έγινε τάχα λιγότερο κράτος!

2. Παρόμοιο με τα παραπάνω είναι και το ζήτημα της δημόσιας-δωρεάν εκπαίδευσης. Το Υπουργείο ορκίζεται σε θεούς και δαίμονες ότι δεν πρόκειται να καταργήσει την δημόσια εκπαίδευση. Λέω κατ` αρχή να το πιστέψουμε. Και επειδή δεν αργεί ο καιρός που θα βρεθούμε αντιμέτωποι με νέες πραγματικότητες αφού τι είναι δημοτικό, τι είναι κρατικό, τι είναι δημόσιο θα φαίνεται μπερδεμένο, το βασικό κριτήριο για το αν θα υποστηρίξουμε τον δημόσιο και ενιαίο χαρακτήρα μιας κατάκτησης θα είναι αν παρέχεται δωρεάν και όχι «ανταποδοτικά», αν παρέχεται για όλους χωρίς προϋποθέσεις.
3. Σε συνάφεια με τα παραπάνω βρίσκεται και το ζήτημα της χρηματοδότησης. Βέβαια βάσει του μνημονίου θα έχουμε απόλυτη μείωση των δαπανών για την εκπαίδευση. Δεν σημαίνει κάτι τέτοιο ότι θα έχουμε και σχετική μείωση. Να το πούμε πιο απλά μπορεί η (κρατική, ποια άλλη;) χρηματοδότηση σε δραστηριότητες κεντρικές ή τοπικές μπορεί και να αυξηθεί κάποια στιγμή. Στόχος του «νέου σχολείο» δηλαδή της αντιδραστικής αντιμεταρρύθμισης δεν είναι το να μην χρηματοδοτείται η εκπαίδευση όπως κάποιες μανιχαϊστικές απόψεις υποστηρίζουν (πχ «εκπαιδευτική αντεπίθεση»).. Βασικός παράγοντας υποστηρικτής λειτουργίας του συστήματος είναι η δημόσια εκπαίδευση εξάλλου. Η επιμόρφωση πχ θα χρηματοδοτείται, ο μηχανισμός της αξιολόγησης επίσης, τα κουπόνια για πιθανή «επιλογή» ιδιωτικού νηπιαγωγείου από το κράτος θα παρέχονται… Στόχος είναι να μην γίνονται «περιττές» δαπάνες σε δεδομένα εκπαιδευτικά δικαιώματα της νεολαίας που… εγείρουν απαιτήσεις, να μην ενθαρρύνονται οι εκπαιδευτικοί να παίρνουν «εξισωτικούς» μισθούς αν δεν δώσουν «απτές αποδείξεις» ότι βρίσκονται συμμορφωμένοι «προς τας υποδείξεις», να εξαντληθεί κάθε δυνατότητα προκειμένου ο εργαζόμενος γονιός βάλει «βαθιά στο χέρι στην τσέπη». Όταν τηρούνται αυτοί οι όροι θα επεμβαίνει το κράτος είτε με την μορφή της άμεσης κεντρικής εξουσίας είτε με την μορφή των τοπικών υπερκρατών που θα εξαρτιόνται απόλυτα απ` αυτήν, και θα ενισχύει τις «τοπικές πρωτοβουλίες» και τους πρόθυμους «σχεδιαστές» και «πελάτες», της εκπαιδευτικής περιφέρειας. Τουλάχιστο έτσι λέει το «σχέδιο»…


«Έτσι ήρθαν τα πράγματα …
Η πραγματική κατάσταση..

Ανεξάρτητα από τους κυβερνητικούς και συστημικούς σχεδιασμούς η διάκριση των τριών επιπέδων που προαναφέρθηκε (σχεδιασμός-πραγματική κοινωνική κατάσταση-εφαρμογή πολιτικής) μπορεί σε χώρες σαν την Ελλάδα να πάρει μορφή μεγάλης ανισορροπίας και απόκλισης.
Βέβαια η ελληνική «ιδιομορφία», σε μια περίοδο τεράστιας στρατηγικής επίθεσης και ανατροπής στα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα-δεν είναι και τόσο… ιδιομορφία. Αφορά τελικά όλη την οικουμένη.
Διαβάζουμε σε άρθρο του αμερικάνου οικονομολόγου στο Βήμα, ότι σε όλες τις πολιτείες των ΗΠΑ- πλην μιας- οι ομόσπονδες πολιτείες «αναγκάστηκαν» να περικόψουν δραματικά τις δαπάνες για την εκπαίδευση με αποτέλεσμα π χ στο Λος Άντζελες να απολυθούν 3000 εκπαιδευτικοί (1,2 δις δολάρια περικοπές!) ενώ στη Χαβάη μίκρυνε το σχολικό έτος για να μπορέσει να «βγει» η σχολική χρονιά (άρα στην Ελλάδα έχουμε περιθώριο να δούμε και το αντίθετο παράδειγμα από αυτό που σήμερα βλέπουμε!).
Οι ΗΠΑ αποτελούν το κατεξοχήν «αποκεντρωτικό» παράδειγμα με πολιτείες, «αυτοδιοικήσεις», και σχολεία πολλών και πολλαπλών ταχυτήτων. Ο ίδιος δε ο Ομπάμα αποτελεί επίσης το ζωντανό παράδειγμα ανάδειξης πολιτικού από τον δήθεν «μη κυβερνητικό» ακτιβισμό και την λεγόμενη «κοινωνία των πολιτών».
Σ` αυτή λοιπόν την Αμερική που προωθεί τις περικοπές μέσα από τις ομόσπονδες πολιτείες, αναγκάστηκε ο ίδιος ο Ομπάμα να υπογράψει πρόσφατα απελευθέρωση ομοσπονδιακών κονδυλίων της τάξης των 110 δις δολαρίων προκειμένου να μην κλείσουν σχολεία στις πολιτείες, να μην απολυθούν και άλλοι εκπαιδευτικοί και καταρρεύσει το όποιο σύστημα δημόσιας εκπαίδευσης!
Το ποσό αυτό (σημαντικά μικρότερο των τεράστιων ποσών που δόθηκαν και συνεχίσουν να δίνονται στον χρηματοπιστωτικό τομέα) η κυβέρνηση των ΗΠΑ το εκταμίευσε και το διέθεσε χωρίς φυσικά να δώσει λογαριασμό σε κανέναν και διατηρώντας το δικαίωμα να το καλύψει αν χρειαστεί με την έκδοση νέου χαρτονομίσματος (ποσοτική χαλάρωση).
Επανερχόμενοι στα «δικά μας», τι περιθώρια έχει μια κυβέρνηση που έχει θέσει εαυτόν (και την χώρα) στο ντορβά του ΔΝΤ και της τρόικας να πράξει κάτι ανάλογο;
Πολύ περισσότερο ευρισκόμενη αντιμέτωπη με την στέρηση εσόδων από τον φαύλο κύκλο των ανατιμήσεων και των περικοπών, είναι υποχρεωμένη την επόμενη σχολική χρονιά να περιοριστεί στο ήδη ισχνό χρηματικό κονδύλι 100 εκατομμυρίων ευρώ για όλες τις κρατικές δαπάνες (και όχι μόνο την εκπαίδευση).
Σίγουρα στην νέα σχολική χρονιά και σε όλη την περίοδο που ανοίγεται από δω και πέρα θα βρεθούμε αντιμέτωποι με καταστάσεις πρωτόγνωρες. Τμήματα και σχολεία που θα κλείνουν, εργασιακές θέσεις που θα χάνονται, μετακινήσεις και ανατροπές οργανικών θέσεων, πιθανώς μισθούς που δεν θα μπορούν να «εξυπηρετηθούν»
Η θωριά του «νέου σχολείο» σίγουρα θα εκτεθεί ανεπανόρθωτα στα χτυπήματα της πραγματικότητας ενός σχολείου που έρχεται τελικά από… πολύ παλιά!
Είναι φανερό πως σε μια τέτοια κοινωνική κατάσταση ο «κοινωνικός αυτοματισμός» που σχεδίαζε το «νέο σχολείο» μπορεί να στραφεί τελικά ως μπούμπεραγκ εναντίον της κυβερνητικής πολιτικής καθώς νεολαία, εργαζόμενοι γονείς και εκπαιδευτικοί θα βρεθούν μαζί και στην ίδια θέση εξ` αντικειμένου. Όπως επίσης είναι πολύ σόλικο να στήσεις μηχανισμό αξιολόγησης με μισθούς και επιδόματα στελεχών που υπόκεινται περικοπές!
Από μόνες τους όμως αυτές οι κάθε άλλο παρά ευνοϊκές συνθήκες για να μην περάσει «άνετα» και με «συναίνεση» η κυβερνητική πολιτική και το «νέο σχολείο», δε αρκούν. Αντίθετα έχει αποδειχτεί ότι το γενικευμένο «μπάχαλο» χωρίς την παρέμβαση-αντίσταση του κινήματος οδηγεί στην «ασφαλή» πραγματικότητα νέων μέτρων ελέγχου και περικοπών.
Επιπλέον αυτή η παρέμβαση και η αντίσταση του κινήματος χρειάζεται κάπου να «πατάει», να υποδεικνύει έναν δρόμο, μία διέξοδο και να μην εμπλέκεται στα υποβαλλόμενα διλλήματα και τους αναγκαστικούς διάλογους (δηλαδή μονόλογους) που επιβάλλει το σύστημα.
Η αντίσταση στο «νέο σχολείο», δηλαδή η αντίσταση στην αντιδραστική ανατροπή που θα επιχειρηθεί στην πρώτη και στη μέση εκπαίδευση οφείλει να ξεκαθαρίσει κάποια θεμελιώδη μεγέθη και ζητήματα.


…μα έτσι δεν θα πάνε…»
Η πραγματική αντίσταση.

Με βάση την ανάλυση που προηγήθηκε, βασική προτεραιότητα είναι η αποφυγή της εμπλοκής στη συζήτηση και στο ψεύτικο δίλημμα περί παλιού ή νέου σχολείου. Ή αφού γίνεται τελευταία πολύς λόγος για «επιθετικά» και «αντ` επιθετικά» αιτήματα θα σταθούμε επιθετικά παλεύοντας ενάντια στην πολιτική που παλινορθώνει ένα πιο αντιδραστικό, πιο ταξικό, πιο άθλιο από τα πολύ «παλιά» σχολείο. Ένα σχολείο πιο σκληρών περικοπών, σαφώς πιο αντιδημοκρατικό και πειθαναγκαστικό. Τόσο «σύγχρονο» που να ταιριάζει στον σύγχρονο εργασιακό και κοινωνικό μεσαίωνα.
Κατά δεύτερο λόγο να ξεκαθαρίσουμε πως δεν έχει κανένα νόημα η εμπλοκή μας σε μια συζήτηση με το σύστημα (γιατί δεν συζητάμε με παιδαγωγικές απόψεις γενικώς και αορίστως αλλά με τις ιδεολογικές και πολιτικές προτεραιότητες του συστήματος «συνδιαλεγόμαστε») για το ποια μαθήματα θα περικοπούν και πόσο, σε πιο επίπεδο (και από ποιους) πρέπει να «εκπονούνται» τα αναλυτικά προγράμματα. Το μόνο νόημα μιας τέτοιας συζήτησης είναι ο αποπροσανατολισμός. Αυτό καθόλου δεν σημαίνει πως θα αφήσουμε στο απυρόβλητο τις αποδείξεις ότι το νέο σχολείο υποβιβάζει και μορφωτικά περισσότερο τα παιδιά των λαϊκών τάξεων. Μια τέτοια αποκάλυψη είναι ένα ακόμη «βέλος» στη φαρέτρα των επιχειρημάτων μας απέναντι βασικά στους εργαζόμενους γονείς, καθόλου όμως δεν προσδιορίζει το κύριο πεδίο στο οποίο θα δώσουμε την βασική σύγκρουση και αντιπαράθεση.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των παιδιών, των μαθητών από μεριάς μας κατά βάση κινείται σε δύο επίπεδα:
1. Το επίπεδο των ανθρώπινων και δημοκρατικών δικαιωμάτων των μαθητών. Η αύξηση του ωραρίου για το «πρωτάκια» μέχρι τις 14:00 δεν είναι ζήτημα «παιδαγωγικό» αλλά ανθρώπινων δικαιωμάτων για τα παιδιά. Στην ίδια κατεύθυνση βρίσκεται και η αντίθεση στην απόφαση για δραστική μείωση του ορίου των δικαιολογημένων απουσιών (ακόμη και υγείας) που ήδη δρομολογείται.
2. Επειδή το επόμενο σενάριο που θα «κολλήσει» στο νσχ είναι τα κριτήρια πιστοποίησης πτυχίων πιστεύω τόσο στην Τεχνική Εκπαίδευση που το ζήτημα θα τεθεί σε διάφορες ταχύτητες και με διάφορους τρόπους όσο και στην Γενική όπου στο όνομα του χτυπήματος του «εξεταστικοκεντρικού» σχολείου προωθείται η αποδέσμευση από τον τρόπο εισαγωγής στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση, σταθερή λοιπόν επιδίωξη μας πρέπει να είναι τα ενιαία μορφωτικά και επαγγελματικά δικαιώματα κάθε βαθμίδας της εκπαίδευσης που δεν θα εμποδίζουν αλλά θα δίνουν το δικαίωμα πρόσβασης στις επόμενες-ανώτερες βαθμίδες.
Δεν είναι δουλειά του κινήματος να δημιουργήσει ένα άλλο καταμερισμό εργασίας από αυτόν που έχει ήδη ο καπιταλισμός (τι νόημα θα είχε όσο υπάρχει ο καπιταλισμός;) ούτε να εφευρίσκει ένα φανταστικό εκπαιδευτικό εποικοδόμημα όπως αυτό της ενιαίας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για να απαντήσει σε τούτο τον καταμερισμό. με θεσμικό τρόπο. Ή πάλι να εμπλακεί σε μια διαδικασία προτάσεων «διαφορετικών αξιολογήσεων και πιστοποιήσεων» Εδώ φαίνεται και η πραγματική πολιτική ανοησία της εμπλοκής της «εκπαιδευτικής αριστεράς» στη συζήτηση ενάντια στο «εξεταστικοκεντρικό» σχολείο όπου… μοιράστηκαν οι «κοινές» ανησυχίες εκπαιδευτικών και υπουργών για αυτό το «γκρίζο σχολείο που έχει καταντήσει εξεταστικό κέντρο»! Θαρρείς και το «σχολείο» είναι ένας αυτοαξιοποιούμενος και αυθύπαρκτος οργανισμός που κινείται και δημιουργείται από μόνος του. Ο πολιτικός χώρος του ΠΑΜΕ ευτυχώς απείχε από μια τέτοια παγίδα αφού είναι… κολλημένος στη μεγαλύτερη παγίδα των «αναγκαίων εξετάσεων» και της «μόρφωσης» του ενιαίου δωδεκάχρονου σχολείου, την μοναδική απάντηση στην κρίση της αστικής εκπαίδευσης.
3. Σε συνέχεια των παραπάνω, βασικός στόχος των διεκδικήσεων μας παραμένει το καπιταλιστικό κράτος έτσι όπως αυτό εκπροσωπείται από την όποια κεντρική αστική διακυβέρνηση. Οι περιφέρειες και τα τοπικά «υπερκράτη» του Καλλικράτη αντιμετωπίζονται ως οι αντιπρόσωποι του.
Υπερασπίζουμε και διεκδικούμε τη δημόσια δωρεάν παιδεία σε όποιο απ` αυτά τα επίπεδα.
Δωρεάν με τη έννοια ότι δεν πρέπει ούτε ευρώ να δίνεται από τους γονείς και τους μαθητές για τη λειτουργία των σχολείων. Δημόσια με την έννοια ότι τα δικαιώματα αυτά είναι για όλους τους μαθητές άσχετα αν παρέχονται σε κρατική, δημοτική ή «περιφερειακή» διάρθρωση και βάση.
Παλεύουμε ενάντια στο κλείσιμο, υποβάθμιση των σχολικών μονάδων.

Αναφορικά με τις εργασιακές σχέσεις και τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζόμενων εκπαιδευτικών.

Αντιστεκόμαστε σε οποιοδήποτε ενέργεια, απόφαση ή πολιτική θέλει να ταυτίσει ουσιαστικά το εργασιακό με το διδακτικό μας ωράριο.

  • Είτε αυτή αφορά εσωτερικές μετακινήσεις πρωί- απόγευμα στα πλαίσια του ίδιας σχολικής μονάδας, είτε μετακινήσεις ανάμεσα σε σχολικές μονάδες. Πολύ περισσότερο είμαστε αντίθετοι στη διεύρυνση της δυνατότητας μετακίνησης από τα επίπεδα του νομού σε επίπεδο περιφέρειας αλλά και στις μετατάξεις που απ` ότι φαίνεται μάλλον θα κάνουν την εμφάνιση τους και στην εκπαίδευση (αρχομένης από την Τεχνική).
  • Είμαστε αντίθετοι και στη διεύρυνση του ωραρίου που αφορά υπερωρίες για κάλυψη κενών είτε αφορά την υπερεκμετάλλευση των ωρομισθίών παλιάς ή «νέας» μορφής.
  • Είμαστε γενικά και ειδικά αντίθετοι στη λογιστική κατάτμηση του ωραρίου που στην ουσία διασπά ενιαία ημερήσια εργασιακή απασχόληση, άρα και θέση εργασίας, σε «ώρες»
  • Είμαστε ακόμα αντίθετοι στο εργασιακό φόρτωμα εκτός ωραρίου δουλειάς ή στον περιορισμό των διακοπών που πιθανόν θα συνεπάγονται οι τεράστιες ώρες «επιμόρφωσης» που θα θελήσουν να μας επιβάλλουν.
  • Σε κάθε περίπτωση απαιτούμε και διεκδικούμε άμεσες προσλήψεις αναπληρωτών πλήρους ωραρίου (αν πρόκειται για κάποιες ανάγκες που άμεσα επείγει να αντιμετωπιστούν) και γενικά μαζικούς μόνιμους διορισμούς εκπαιδευτικών χωρίς προαπαιτούμενα και με κριτήριο το χρόνο λήψης του πτυχίου.
  • Θα ήταν περιττό από αυτές τις γραμμές να τονιστεί η ανάγκη αντίθεσης στις διαδικασίες αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης, την διεύρυνση της οργανικότητας, στην εισαγωγική επιμόρφωση, τον νέο τρόπο διορισμού και το διαφορετικό μισθολόγιο των νεοδιόριστων κλπ.
Τελικά θα μπορούσε να μας κατακρίνει κάποιος (και ξέρουμε πως αρκετοί δεν…. συγκρατιούνται) πως ξεκινήσαμε βαριά «ιδεολογικά» για να καταλήξουμε πάλι σε ένα φτωχό πρόγραμμα διεκδικήσεων και «πάλης».
Θα προλάβουμε αυτές τις ενστάσεις λέγοντας πως όσοι κριτικάρουν αυτή την «φτώχεια» πλανώνται πλάνη οικτρά αν πιστεύουν πως πρόκειται για εύκολους στόχους. Αντίθετα η αντιμετώπιση και η ανακοπή της επίθεσης που γίνεται στο όνομα του «νέου σχολείου», για το σχολείο που ανταποκρίνεται στις σημερινές συνθήκες της πιο βάρβαρης αντιλαϊκής επίθεσης, δεν είναι καθόλου μια εύκολη υπόθεση. Ακριβώς αυτή η δυσκολία κάνει πιο «ελκτικές» προσεγγίσεις και στάσεις που αποφεύγουν το ζήτημα προσπαθώντας να απαντήσουν (;) στην επίθεση με ένα «άλλο» σχολείο.

Ο πλούτος των αγώνων και των αντιστάσεων που θα αναπτυχθούν, μπορεί να παίξει σημαντικό πυροδοτικό ρόλο στο… απλωμένο καύσιμο της λαϊκής οργής σα συνέπεια των αντιλαϊκών μέτρων τόσο του αρχικού όσο και του «επικαιροποιημένου» «μνημονίου», που αφορά ακριβώς και ειδικά τις υπηρεσίες υγείας, παιδείας και κοινής ωφέλειας.


Κι όλα αυτά όχι γιατί δεν παλεύουμε ή δεν έχουμε ανάγκη ένα πραγματικά νέο σχολείο, ένα σχολείο των εργατικών και λαϊκών αναγκών αλλά γιατί θέλουμε και αγωνιζόμαστε για ένα τέτοιο σχολείο, μια άλλη κοινωνία, ένα κόσμο ολόκληρο…

23 Αυγούστου 2010Δημήτρης Μάνος,νηπιαγωγός, μέλος των Αγωνιστικών Κινήσεων Εκπαιδευτικών.


ΥΓ: Το «νέο σχολείο» και ο «νέος συνδικαλισμός».
Το «νέο σχολείο» θέλει όχι το… Γερμανό του αλλά το «νέο» συνδικαλισμό του.
Ο νέος αυτός συνδικαλισμός –όπως τον ζήσαμε πολύ έντονα στην πρωτοβάθμια και ειδικά οι νηπιαγωγοί- χαρακτηρίζεται από την λεγόμενη «συνδικαλιστική κάλυψη».
Για να είμαστε πιο ακριβείς χαρακτηρίζεται από το δίπολο «συνδικαλιστική κάλυψη- ανυπακοή στους συλλόγους διδασκόντων».
Από μια άποψη φαίνεται αναμενόμενο:
Πώς εξάλλου μπορεί ατομικά ο εκπαιδευτικός να κηρύξει «ανυπακοή» αν δε «καλύπτεται» συνδικαλιστικά; Λογικά πράγματα…
Η γραμμή αυτή βέβαια αμφισβητείται οικτρά όταν η κεντρική διοίκηση, το Υπουργείο αποφασίσουν να δοκιμάσουν τα περιθώρια της περίφημης «κάλυψης» εντός ή και εκτός του συλλόγου διδασκόντων.
Θα απολογηθεί ποτέ η συνδικαλιστική ηγεσία της ΔΟΕ (και αυτοί που στήριξαν με «αγωνιστικό» τρόπο μια γραμμή… ξεγραμμένη συνδικαλιστικά) στις νηπιαγωγούς διευθύντριες που επέμεναν πραγματικά να εφαρμόζουν το παλιό ωράριο και είχαν υποστεί μειώσεις μισθών;
Αυτή είναι η περίπτωση «εντός των συλλόγων διδασκόντων».
Τι θα κάνει η ηγεσία της ΔΟΕ απέναντι στην κυβερνητική απόφαση με «βασιλικά» (συγνώμη, προεδρικά) διατάγματα να εφαρμόσει την εγκύκλιο για τα 800 σχολεία διευρυμένου ωραρίου, παρακάμπτοντας τον υποτιθέμενο πυρήνα της δημοκρατίας στο «νέο σχολείο», τον σύλλογο διδασκόντων;
Αυτή είναι η περίπτωση «εκτός των συλλόγων διδασκόντων».
Στην πρώτη περίπτωση έγινε μεταβίβαση συνδικαλιστικής κάλυψης χωρίς να…. καλυφτεί κανείς ενώ στη δεύτερη περίπτωση δεν υπάρχει κάτι να «καλυφτεί» συνδικαλιστικά. Απλά δε γίνεται τίποτα.
Ακριβώς γιατί και στις δύο περιπτώσεις η ηγεσία της ΔΟΕ μετέθεσε την ευθύνη, κοινώς «στρίβειν δια του αρραβώνος».
Γιατί η ευθύνη που μεταβιβάζει μια ηγεσία αφορά πριν απ` όλα και πρώτα απ` όλα την διαμεσολάβηση της με την βάση του κλάδου, τον ενδιάμεσο μηχανισμό, τα σωματεία (σύλλογοι ή ΕΛΜΕ στη δευτεροβάθμια).
Μα και στις δύο περιπτώσεις η συνδικαλιστική ηγεσία έκανε το παν για να μην κινηθούν. Και στις δύο περιπτώσεις εκδηλώθηκε η αδυναμία (και για κάποιους και η έλλειψη βούλησης) του συνόλου της αριστεράς να κινήσουν την βάση του κλάδου. Αυτόν τον μεγάλο ιμάντα μεταβίβασης της συνδικαλιστικής ευθύνης και κάλυψης.
Έπειτα είναι διαφορετικό πράγμα να δίνει κανείς τη μάχη του και στους συλλόγους διδασκόντων (και να απαιτεί να λειτουργούν) και εντελώς άλλο πράγμα να υποκαθιστούν τον συνδικαλιστικό σύλλογο, το εργασιακό σωματείο.
Είναι μεγάλη παραπλάνηση να υποθέτει κανείς ότι μια διοικητική μονάδα που λειτουργεί συλλογικά αλλά εφαρμόζει ωστόσο την κυβερνητική γραμμή, τη γραμμή της διοίκησης ως μέρος του κράτους, θα μπορέσει να παίξει ρόλο συνδικαλιστικής άμυνας.
Κανείς πάλι δεν αμφισβητεί ότι έχει μεγάλη αξία να υφίστανται κεντρικά διατυπωμένες θέσεις του κλάδου που να τις επικαλείται κάθε συνάδελφος όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με την κυβερνητική και διοικητική αυθαιρεσία. Το ερώτημα είναι πέραν αυτού τι γίνεται!
Πραγματική συνδικαλιστική ευθύνη και κάλυψη, ας είμαστε σαφείς, δεν μπορεί να παρέχει η σημερινή συνδικαλιστική ηγεσία των εκπαιδευτικών.
Δεν θέλει και δεν μπορεί. Μπορεί βεβαίως να «υποχρεωθεί». Αλλά αυτό είναι έργο των ζωντανών δυνάμεων της αντίστασης στα σχολεία, είναι ένα βασανιστικό καθημερινό έργο κάθε αγωνιστή συναδέλφου ή συναδέλφισσας να διεκδικήσει και να επανακτήσει το σωματείο του.
Αυτό μπορεί να γίνει με διάφορες μορφές είτε πιο απλές (π χ πρωτοβουλίες για διάφορα θέματα και μπροστά στα δεκάδες μέτωπα που θα ανοιχτούν) είτε με ακόμα πιο προωθημένες όπως δίκτυα συναδέλφων που σε πιο μόνιμη βάση θα συλλειτουργούν και θα πιέζουν αντίστοιχα τα ΔΣ των σωματείων να κινηθούν.
Η διαδικασία επανάκτησης των σωματείων δεν μπορεί παρά να επιτευχθεί στη βάση των μετώπων που θα ανοίξουν την επόμενη σχολική χρονιά και γενικότερα από δω και πέρα. Ανεξαρτήτως μορφής (μπορούν να ανακαλυφτούν χιλιάδες μορφές και τρόποι που να ξεπερνούν τους ινστρούχτορες της όποιας αριστεράς αν αυτή η πρωτοβουλία του κόσμου αρχίσει να μετουσιώνεται σε συγκεκριμένη κίνηση) είναι πριν απ` όλα ζήτημα βούλησης. Για όσους τουλάχιστο επικαλούνται την ανάγκη αντίστασης και ανατροπής…

Δεν υπάρχουν σχόλια: